Oξυουρίαση είναι η λοίμωξη από έναν σκώληκα που ονομάζεται οξύουρος (Enterobius vermicularis). Πρόκειται για έναν μικρό, λευκό, παθογόνο σκώληκα του εντέρου (κλάση ασπόνδυλων σκουληκιών του φύλου των ασκέλμινθων),
Η μετάδοση γίνεται άμεσα με την εντεροστοματική οδό ή με καταπόση ή εισπνοή ωαρίων (κατανάλωση μολυσματικών αυγών). Τα αυγά μπορεί να μεταφερθούν με τα μολυσμένα δάχτυλα ή οικιακά σκεύη όπως καπάκια τουαλέτας, σεντόνια ή ρούχα. Επίσης, μερικές φορές παρατηρείται διασπορά στα μέλη της οικογένειας. Συχνότερα μολύνονται τα παιδιά της νηπιακής ηλικίας (5-6 ετών), ενώ οι ενήλικες είναι περισσότερο ανθεκτικοί στη μόλυνση.
Η κλινική εικόνα περιλαμβάνει φαγούρα στον πρωκτό (pruritus ani) και ερεθισμό, που μπορεί να επεκταθεί στο ουρογεννητικό σύστημα (κυρίως στα κορίτσια, όπου μπορεί να προκληθεί κολπίτιδα). Συχνά, η λοίμωξη δεν παρουσιάζει συμπτώματα.
Η διάγνωση της οξυουρίασης τίθεται με τη δοκιμασία του σελοτέϊπ (Scotch tape test). Το δείγμα λαμβάνεται αργά τη νύχτα, ή νωρίς το πρωί από την περιπρωκτική περιοχή. Η παρασιτολογική εξέταση κοπράνων είναι περιττή αφού τα ωάρια του οξύουρου δεν αποβάλλονται στα κόπρανα.
Για την θεραπεία της οξυουρίασης επιστρατεύονται φάρμακα όπως η πιπεραζίνη, το παμοϊκό πυραντέλιο, η μεβενδαζόλη, η αλβενδαζόνη και η θειαβενδαζόλη. Επειδή συνήθως παρατηρούνται αναμολύνσεις συνιστάται και δεύτερη δόση μετά από 10 με 14 ημέρες για να σκοτώσει τους νέους σκώληκες που θα αναπτυχθούν. Ολόκληρη η οικογένεια θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ταυτόχρονα και η θεραπεία θα πρέπει να επαναχορηγείται σε όλα τα μέλη της σε 2 εβδομάδες.